- παραιφασίη
- παράφασιςaddressfem nom/voc sg (epic ionic)παραιφασίηcomfortfem nom/voc sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παραιφασίη — ἡ, και ποιητ. τ. παρφασία, Α 1. συμβουλή, παραίνεση 2. ενθάρρυνση, προτροπή 3. παραμυθία, παρηγοριά. [ΕΤΥΜΟΛ. < παραί (ποιητ. τ. τού παρά*) + φασία / φασίη (< φατος < φατός < φημί), πρβλ. αμ φασίη] … Dictionary of Greek
παραιφασίας — παραιφασίᾱς , παράφασις address fem acc pl παραιφασίᾱς , παράφασις address fem gen sg (attic doric aeolic) παραιφασίᾱς , παραιφασίη comfort fem acc pl παραιφασίᾱς , παραιφασίη comfort fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρφασία — ἡ, Α (ποιητ. τ.) βλ. παραιφασίη … Dictionary of Greek
παραιφασίην — παράφασις address fem acc sg (epic ionic) παραιφασίη comfort fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραιφασίης — παράφασις address fem gen sg (epic ionic) παραιφασίη comfort fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραιφασίῃσ' — παραιφασίῃσι , παράφασις address fem dat pl (epic ionic) παραιφασίῃσι , παραιφασίη comfort fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραιφασίῃσι — παράφασις address fem dat pl (epic ionic) παραιφασίη comfort fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραιφασίῃσιν — παράφασις address fem dat pl (epic ionic) παραιφασίη comfort fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)